Ο εικοστός αιώνας έχει χαρακτηριστεί ως ο αιώνας της πληροφορίας. Σήμερα, στις αρχές του επόμενου αιώνα, η πληροφορία παραμένει άφθονη, οι τρόποι για να αποκτηθεί δεκάδες και η πρόσβαση σε αυτή ευκολότερη από πότε. Ο αριθμός, όμως, των αναλφάβητων εξακολουθεί να αποτελείται από παραπάνω από επτά ψηφία. Αναλφάβητοι, δηλαδή άνθρωποι που δεν γνωρίζουν τα στοιχειώδη γράμματα (γραφή, ανάγνωση, αριθμητική), μπορεί να εντοπίζονται κυρίως στις υπανάπτυκτες χώρες, ωστόσο αρκετά συχνά συναντώνται και στις αναπτυγμένες -αν και σημαντικά λιγότεροι στο πλήθος. Ο αναλφαβητισμός -εν έτει 2022- δεν παύει να αποτελεί ένα μείζον πρόβλημα, τόσο σε ατομικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
Σε ατομικό επίπεδο, o αναλφάβητος είναι βυθισμένος στο σκοτάδι της άγνοιας. Όντας σε αυτή την κατάσταση, ελλοχεύουν για εκείνον δύο πολύ σημαντικοί κίνδυνοι· της χειραγώγησης και της εξάρτησής του. Οι κίνδυνοι αυτοί βρίσκονται παντού τριγύρω του: στον επαγγελματικό τομέα, σε προσωπικές του σχέσεις, σε ηθικές αξίες. Τα παραδείγματα είναι διάφορα. Λόγω της δυσκολίας του στην εύρεση εργασίας, ο αναλφάβητος πέφτει συχνά θύμα εκμετάλλευσης εργοδοτών και συνθηκών. Σε προσωπικό επίπεδο, μη ξέροντας πώς να προσανατολιστεί, καταλήγει να βασίζεται σε προκατασκευασμένες ιδέες και κρίσεις, ενώ σχηματίζει ή διαιωνίζει προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες. Πολλές φορές η απουσία «φωτός» -γνώσης- του προκαλεί φόβο και ανασφάλεια, αφού αδυνατεί να επικοινωνήσει με τους άλλους, να εξωτερικεύσει τις σκέψεις του, τον εσωτερικό του κόσμο. Διακατέχεται, έτσι, από μια αίσθηση κατωτερότητας, η οποία οδηγεί σταδιακά στην απομόνωσή του. Αποτέλεσμα; Η δυσκολία στην ένταξή του στο κοινωνικό σύνολο.
Το φαινόμενο αυτό έχει αντίκτυπο και σε κοινωνικό επίπεδο, με τις προεκτάσεις του να είναι ποικίλες. Αρχικά, συχνά οι αναλφάβητοι δεν αξιοποιούνται ως εργατικό δυναμικό για την προώθηση της εθνικής οικονομίας, αφήνοντας παράλληλα τις κλίσεις και τις δεξιότητές τους ανεκμετάλλευτες. Στην πολιτική σκηνή της εκάστοτε χώρας, ο αναλφάβητος δεν συμμετέχει στα κοινά και στην διεκπεραίωση των δημοκρατικών διαδικασιών, ενώ συχνά δεν αντιλαμβάνεται τα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά του δικαιώματα. Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, σε παγκόσμια κλίμακα, διαιωνίζεται ο διαχωρισμός των λαών σε ανεπτυγμένους και υπανάπτυκτους και το χάσμα μεταξύ τους διευρύνεται -από τη μία οι μεν, που έχουν καταφέρει να μειώσουν τον αριθμό των αναλφάβητων, ενώ από την άλλη οι δε, στους οποίους ο αριθμός αυτών είναι ανεξέλεγκτος. Αντί, λοιπόν, να υπάρχει γόνιμη επαφή μεταξύ των λαών, βοηθώντας στον εμπλουτισμό των πολιτισμών τους, οι χώρες με μεγάλο αριθμό αναλφάβητων «χάνονται» έναντι άλλων, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να διαφυλάξουν την πολιτισμική τους ταυτότητα, οπότε και να αλλοτριώνονται.
Ο αναλφαβητισμός είναι αναμφισβήτητα ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του εικοστού πρώτου αιώνα. Ίσως να μην είναι τόσο εμφανές ή πολυσυζητημένο, όπως η κλιματική αλλαγή, οι πανδημίες ή η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, όμως παραμένει ένα φαινόμενο που έχει αντίκτυπο στην πραγματική πολιτισμική ανάπτυξη ενός λαού και των ανθρώπων του. Δεν χρειάζεται να στρέψουμε το κεφάλι μας σε άλλη χώρα, ήπειρο ή σημείο της υδρογείου για να τον εντοπίσουμε. Οι αναλφάβητοι ζουν ανάμεσά μας· μπορεί να είναι ο παππούς ή η γιαγιά μας, ένας πρώην συμμαθητής μας, που αναγκάστηκε να παρατήσει το σχολείο για να βιοποριστεί, ο γείτονας μας, ο οποίος μεγάλωσε σε μια δυσπρόσιτη περιοχή, ένας πρόσφυγας ή ένας μετανάστης. Χρέος μας ως κοινωνία είναι να βρούμε τα μέσα, για να φροντίσουμε να παραμείνει το φαινόμενο του αναλφαβητισμού στο παρελθόν, όπου και πραγματικά ανήκει.