On Fridays we Love Issue 3: Η Βίλα (pt.2)

Μια παράσταση που προβληματίζει τον θεατή, τον κάνει να αναθεωρήσει και να σκεφτεί: γιατί; Η Νατάσα, η Λίλα και η Αγγελική «χρωματίζουν» τη συζήτηση ενσαρκώνοντας έναν ξεχωριστό ρόλο η καθεμιά. Κοινός τους παρονομαστής το ότι είναι γυναίκες.

Σε συνέχεια της προηγούμενης συζήτησης* και εμβαθύνοντας περισσότερο, οι τρεις τους δίνουν απαντήσεις σε ερωτήματα που διαπλέκουν το έργο με την πραγματικότητα.

 

6. Καθεμιά από τους χαρακτήρες σας καλείται να αποφασίσει ποιο θα είναι το μέλλον της Βίλας. Θεωρείτε ότι θα μπορούσε να αποτελεί κάποιον συμβολισμό για το ότι εσείς, εμείς -και με τις αντωνυμίες αυτές εννοώ τις γυναίκες γενικότερα- είμαστε οι μόνες που μπορούμε να αποφασίσουμε αν οι ιστορίες μας θα γίνουν γνωστές;

Λίλα: Εγώ δεν το είχα σκεφτεί αυτό. Εσείς το είχατε σκεφτεί αυτό;

Αγγελική: Εγώ σκεφτόμουν τις τελευταίες μέρες το εξής: οι γυναίκες, όπως είναι τουλάχιστον η δική μας κοινωνία, είναι μέσα σε κάθε μικρό πυρήνα οικογένειας, συνήθως, οι φορείς της ιστορίας. Ακούς την ιστορία και τα παραμύθια από την γιαγιά σου, τη μαμά σου… Οι γυναίκες είναι με έναν τρόπο πιο συνδεδεμένες με την μνήμη. Μπορεί να είναι δική μου παρατήρηση και να μην έχει καμία αλήθεια, παρόλα αυτά βλέπω -ίσως γιατί αναγκαζόμαστε από την ίδια την καθημερινότητα να κοιτάμε και πίσω- ότι ο τρόπος με τον οποίο μια γυναίκα είναι μέσα στην ιστορία και προσπαθεί να τη διηγηθεί είναι πολύ διαφορετικός και πολύ πιο συμπεριληπτικός από αυτόν που κάνουν οι άντρες. Μάλλον γιατί αυτό μας έχει περάσει η κοινωνία, το ότι οι γυναίκες είναι φροντιστικές, ότι πρέπει να νοιάζονται για πράγματα που οι άλλοι δεν θα νοιαστούν.

Νατάσα: Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ όλο αυτό και που ρώτησες. Σίγουρα δεν νομίζω ότι έχει δοθεί ο ίδιος χώρος στις γυναίκες και στους άντρες να μιλήσουν για όλα αυτά.

 

7.Πώς σας επηρέασε η παράσταση η παράσταση σε προσωπικό επίπεδο;

Ν: Εγώ θεωρώ ότι είμαστε καλά μετά από αυτό. Όταν βγαίνουμε έξω, ο κόσμος μας λέει καλά σας βλέπω, εντάξει. Νομίζω ότι παίζει πολύ σημαντικό ρόλο το ότι είμαστε τρεις πάρα πολύ καλές φίλες και γνωριζόμαστε και δέκα χρόνια…

Α: Έντεκα! (ψιθυριστά)

Ν: Έντεκα, οπότε παίζουμε με κάποια από τα βασικά ζητήματα του θεάτρου όχι λυμένα ακριβώς, γιατί περάσαμε και δύσκολες φάσεις, αλλά κατακτημένα με πιο γρήγορους ρυθμούς. Προσωπικά είναι από τις παραστάσεις αυτές που, επειδή λύθηκαν νωρίς αυτά τα ζητήματα και επειδή έχουμε παίξει πολλές παραστάσεις εδώ και ενάμιση χρόνο, έχεις την ευκαιρία να περνάς από πολλά κύματα του έργου. Γιατί όλα τα έργα που είναι καλά έργα σου αποκαλύπτουν κάθε φορά και κάτι άλλο. Οπότε, δεν νομίζω ότι έχουμε κουραστεί να παίζουμε αυτό το έργο, γιατί βγαίνουν όλο και καινούρια πράγματα, έχουμε να διαχειριστούμε όλο και μεγαλύτερα προβλήματα, οπότε είναι σαν να είσαι in progress συνέχεια. Εμένα αυτό με ιντριγκάρει πάρα πολύ. Έχουμε την ευκαιρία, επειδή υπάρχει εμπιστοσύνη, να μην κλειδώνουν τόσο πολύ τα πράγματα, να μην καταλήγουμε σε βιαστικά συμπεράσματα. Αυτό είναι η μεγαλύτερη αρετή πιστεύω.

Λ: Εγω κάποιες φορές, νομίζω κι εσύ βέβαια (αναφέρεται στη Νατάσα), δεν είμαι και πάρα πολύ καλά μετά την παράσταση. Αλλά, σίγουρα, είναι πολύ πιο εύκολα -εντάξει, αυτή είναι και η δουλειά μας. Σε αυτό που νιώθω εγώ ότι με έχει αλλάξει είναι ότι βλέπω με λίγο διαφορετικό τρόπο τον κόσμο και κάποια πράγματα κι εδώ στην Ελλάδα. Γιατί, για παράδειγμα, ο Πινοσέτ δεν φυλακίστηκε, το οποίο είναι μεγάλο σοκ. Εδώ στην Ελλάδα ο βασικός χώρος βασανιστηρίων στην Αθήνα είναι τώρα το Υπουργείο Πολιτισμού. Και δεν είναι ότι υπάρχει μια τεράστια πινακίδα που να λέει “εδώ στην ταράτσα και μέσα σε αυτά τα κτίρια ο κόσμος βασανίστηκε τρομερά κατά τη διάρκεια της επταετίας”, οπότε σίγουρα βλέπω με πολύ διαφορετικό τρόπο, ψάχνω λίγο παραπάνω κάποια πράγματα. Εγώ το ήξερα, το γνώριζα, αλλά και πάλι το ότι είναι αρκετοί άνθρωποι που δεν το γνωρίζουν είναι σαν μαχαίρι στην καρδιά.

Α: Πάντως, όταν επαγγελματικά σου έρχεται η ευκαιρία να είσαι σε μια συνθήκη εξ ορισμού πολύ καλή, να κάνεις μια παράσταση με ανθρώπους που ήδη αγαπάς, με ένα κείμενο το οποίο είναι σπουδαίο, και ανεβαίνει η παράσταση και βλέπεις την ανταπόκριση του κόσμου, είναι πολύ όμορφο. Αφενός γιατί πιστεύω ότι σε αλλάζει ως καλλιτέχνη, αφού λες εντάξει, μάλλον ακόμα και τα πολύ δύσκολα πράγματα χρειάζονται έναν πολύ απλό τρόπο, πολύ άμεσο τρόπο για να φέρουμε τον κόσμο από την ίδια μεριά και να διεκδικήσουμε όλοι ό,τι καλύτερο μπορούμε. Είναι τόσο ωραίο να βλέπεις κάτι τόσο δύσκολο να γίνεται οριακά…

Λ: Παιχνίδι! Είναι πολλοί θεατές που μας λένε μετά ότι έμπαιναν σε μια διαδικασία να σκεφτούν: Α! Τι θα γίνει τώρα, ποιος θα κάνει, τι θα κάνει; Εγώ θα ψήφιζα αυτό, εγώ θα ψήφιζα εκείνο! Είναι ένα παιχνίδι και στο τέλος μας λένε ότι βγαίνουν με μια τελείως διαφορετική αίσθηση για το τι τελικά μπορεί να έκαναν ή ότι δεν μπορούν να αποφασίσουν με τίποτα. Είναι υπέροχο το ότι μπαίνουν μέσα σε όλο αυτό.

 

8.Ο καλύτερος τρόπος τελικά για να αντιμετωπιστεί η ιστορία είναι να μείνει στο παρελθόν ή να την αναδείξουμε; 

Ν: Είναι βασικό ερώτημα του έργου αυτό, με αυτό αρχίζει και τελειώνει. Εγώ θα πω μια γνωστή φράση, που τη συζητούσαμε και με τα κορίτσια: για να μπορέσεις να συγχωρήσεις κάτι, και άρα για να πας παρακάτω, οφείλεις να προσπαθήσεις να το καταλάβεις. Η αλήθεια είναι ότι τόσο μεγάλα πράγματα πολλές φορές δεν συγχωρούνται, γιατί δεν είναι εύκολο να τα καταλάβεις. Αυτή είναι και η παγίδα. Νομίζω, όμως, ότι είμαστε λαός που δεν “σκύβει” πολύ πάνω από την ιστορία. Αυτό βέβαια εξαρτάται λίγο από το αν θα έχεις την τύχη να έχεις μια οικογένεια που μιλάει γι’ αυτά ή που μπορεί, αν είναι τραυματισμένη από κάτι, να μην θέλει να το φέρει στα παιδιά και να θεωρεί ότι αυτός είναι ο τρόπος να πάει παρακάτω. Συνάμα, στην εκπαίδευσή μας κάπως κρίνεται σκόπιμο να διδαχτούμε… όσο πιο παλιά, τόσο πιο καλά. Η πρόσφατη ιστορία είναι κάτι που… σαν να το αποφεύγουμε εσκεμμένα; Δεν ξέρω, πάντως δεν είμαστε ένας λαός ο οποίος σκύβει πάνω από την ιστορία συστηματικά και μεθοδικά. Και αυτό είναι κάτι το οποίο θεωρώ ότι λείπει.

Α: Βέβαια και η ίδια η επιστήμη της ιστορίας αυτό το ενέχει μέσα της. Παρ΄όλα αυτά εγώ θεωρώ -και είναι εντελώς προσωπική μου θέση- ότι οφείλουμε απέναντι στην κοινωνία να γνωρίζουμε πολύ καλά την ιστορία και να παλεύουμε να τη γνωρίσουμε ακόμα πιο καλά. Γιατί, αν έχουμε μια υποχρέωση απέναντι στην κοινωνία, είναι να είμαστε πολίτες. Το να είσαι πολίτης σημαίνει ότι πρέπει να έχεις θέση απέναντι στα πράγματα, να γνωρίζεις -κι αν δεν γνωρίζεις, δεν πειράζει, να το λες ότι δεν γνωρίζεις και να ζητάς να μάθεις. Για εμένα δεν νοείται το πως αλλιώς μπορούμε να συνυπάρχουμε με τους ανθρώπους γύρω μας, αν δεν γνωρίζουμε την ιστορία, αν δεν παίρνουμε θέση απέναντι στα πράγματα. Γιατί, όταν συμβαίνει αυτό, μπορεί να επαναλαμβάνονται. Δεν πιστεύω ότι ένας άνθρωπος, αν από πολύ μικρή ηλικία γνωρίζει τις φρικαλεότητες και το τι τις προκάλεσε, θα επιλέξει αβίαστα -γιατί πια μιλάμε για επιλογή όταν γνωρίζεις- να το ξανακάνει.

 

9.Εσείς ως Νατάσα, Αγγελική και Λίλα τι θα την κάνατε τη Βίλα; Θα την αφήνατε να ερημώσει, θα την κάνατε χώρο τέχνης, μουσείο;

Λ: Εγώ νομίζω θα έκανα αυτό που έχουν κάνει και στην παράσταση.

Α: Νομίζω σε αυτές τις περιπτώσεις δεν υπάρχει ποτέ σωστή ή λάθος απάντηση. Έχει να κάνει και με το πως είσαι εσύ απέναντι στα πράγματα. Δηλαδή, τώρα που μας γίνεται αυτή η ερώτηση, απαντάμε διαφορετικά πράγματα από αυτά που απαντήσαμε πριν ένα χρόνο.

Λ: Μπορεί και σε έναν χρόνο να απαντήσουμε κάτι άλλο!

Α: Ακριβώς, ναι! Εγώ πάντα πιστεύω ότι η ροπή του λαού είναι σωστό πράγμα. Τι εννοώ: αυτό που έκαναν οι άνθρωποι -οι άμεσα εμπλεκόμενοι, οι κάτοικοι της περιοχής, τα παιδιά των ανθρώπων που βρίσκονταν στη Βίλα, οι ίδιοι οι άνθρωποι που επιβίωσαν. Αποφάσισαν, μπήκαν μπροστά και έκαναν τα δικά τους, εντελώς προσωπικά πράγματα στο χώρο. Στην Αθήνα που παίζουμε την παράσταση απέξω έχουμε μια έκθεση φωτογραφίας, για να μπορεί κάποιος να δει αυτόν το χώρο. Νομίζω η πιο σοφή, εν τέλει, επιλογή είναι αυτό που έκαναν οι άνθρωποι.

Ν: Σίγουρα, καλό θα είναι σε τέτοιες περιπτώσεις οι άμεσα εμπλεκόμενοι να έχουν τον πρώτο λόγο. Θεωρώ, βέβαια, ότι μετά από κάτι τέτοιο το τι διάλογος θα ανοίξει είναι ένα τεράστιο χάος. Γιατί, ακόμη κι αν είσαι άμεσα εμπλεκόμενος και σου πω κάνε το ό,τι θες, ποιος είναι αυτός που μου δίνει τη δικαιοδοσία; Άστο! Πραγματικά κάθε φορά θα είναι αλλιώς.

Λ: Μα αυτό ακριβώς γίνεται στο έργο!

Ν: Ναι, αυτό! Γιατί άλλος μπορεί να είναι τόσο τραυματισμένος που να μην θέλει να μιλήσει ποτέ γι’ αυτό, να μην τον ενδιαφέρει τι θα γίνει, άλλος να θέλει να μιλάει κάθε μέρα, άλλος να θέλει να το βλέπει κάθε μέρα, ότι εκεί είναι ακόμη, άλλος να θέλει να το γκρεμίσει, να το κάψει…

 

10.Η παράσταση στον τίτλο φέρει τη φράση «Ο δρόμος που δεν πήραν». Τι θεωρείτε θα συνέβαινε, αν όντως έπαιρναν αυτόν τον δρόμο; 

Λ: Χμ, ωραία δεν θα ήτανε; Δεν θα ήταν πολύ ωραίο να μην είχαν γίνει αυτά τα πράγματα; Δεν ξέρω τι θα μπορούσε να γίνει. Προφανώς, αν δεν γινόταν αυτό εκεί μπορεί να.. πώς το λένε αυτό; Το πέταγμα της πεταλούδας;

Ν: Ναι, ακριβώς! Θα γινόταν ίσως κάτι άλλο, κάπου αλλού…

Α: Μπορεί να γινόταν κάτι άλλο κάπου αλλού, γιατί αυτό φυσικά δεν έγινε μόνο στην Χιλή, υπήρχαν αντίστοιχα στρατόπεδα στην Αργεντινή, εκπαιδεύονταν στον Παναμά… Τι θα γινόταν; Να σου πω κάτι; Θα το δείτε στο έργο!

 

Η συζήτηση ολοκληρώνεται με την φράση μακάρι να μην είχαν γίνει όσα έγιναν και ολόκληρη η ανθρωπότητα κρατά ενός λεπτού σιγή. Αν μπορούσαμε να κρατήσουμε μονάχα ένα πράγμα από αυτήν την συνάντηση, θα ήταν ακριβώς «το πέταγμα της πεταλούδας».

Κάτι όμορφο συνέβη σε αυτό το δωμάτιο. Έξι γυναίκες συναντήθηκαν, συζήτησαν και -για λίγο έστω- ονειρεύτηκαν έναν κόσμο δίχως φρίκη και βία.

Ας πετάξει η πεταλούδα, λοιπόν, και η σκέψη αυτή ας εξαπλωθεί παντού, σαν ευχή.

 

 

*Μπορείτε να βρείτε το part 1 του «On Fridays we Love: Η Βίλα» με ένα κλικ εδώ:

https://www.tedxauth.com/el/blog/on-fridays-we-love-issue-3-h-bila-pt-1

 

Photo credits: Χρίστος Συμεωνίδης

Παρόμοια Άρθρα

ECHO
Περισσότερα
Osmosis - TEDx AUTH
Περισσότερα
The Cleaningans - TEDx AUTH
Περισσότερα