O Γιάννης Μπεχράκης ήταν Έλληνας φωτορεπόρτερ και επικεφαλής του φωτογραφικού τμήματος του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters στην Ελλάδα. Με τον φακό του είχε καταφέρει να απαθανατίσει τα σημαντικότερα πολιτικά, πολεμικά, αθλητικά και κοινωνικά γεγονότα των τελευταίων 30 ετών. Οι φωτογραφίες του απεικονίζουν πολέμους σε διάφορα μέρη του κόσμου, τη μεταναστευτική και προσφυγική κρίση, καθώς και μεγάλα πολιτικά και αθλητικά γεγονότα.
Αυτό που τον έκανε να ξεχωρίσει από οποιονδήποτε άλλο φωτορεπόρτερ των τελευταίων χρόνων, ήταν η ευαισθησία του, το σπάνιο ήθος του χαρακτήρα του αλλά και η ανθρωπιά του. Αυτά τα τρία ξεχωριστά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του κατάφεραν να κάνουν το έργο του μοναδικό, αλλά ταυτόχρονα και τόσο σκληρό, όσο και η πραγματικότητα που ζούμε. Ήταν ένας από τους καλύτερους φωτορεπόρτερ των τελευταίων ετών και βραβεύτηκε πολλές φορές για τη δουλειά του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ το 2015, αναδείχθηκε ο καλύτερος φωτογράφος της χρονιάς για την Guardian και το 2016 κέρδισε Πούλιτζερ για τον τρόπο με τον οποίο κάλυψε την προσφυγική κρίση.
Αφορμή για να ξεκινήσει την καριέρα του, ήταν το γεγονός πως μέσα από μια φωτογραφία μπορούσε να αποτυπώσει αυτό που ήθελαν να εκφράσουν οι άνθρωποι. Με άλλα λόγια, η κάθε φωτογραφία είχε τη δύναμη να εκφράσει την πραγματικότητα όσο σκληρή και αν ήταν, όσο μακριά μας και αν συνέβαινε. Όπως ο ίδιος έλεγε, δεν τον ένοιαζε να είναι ωραία η φωτογραφία, ήταν φωτορεπόρτερ όχι καλλιτέχνης. Αποστολή του ήταν να βεβαιωθεί, ότι κανένας δεν θα μπορούσε να πει ότι δεν ήξερε.
O Γιάννης Μπεχράκης γεννήθηκε το 1960 στην Αθήνα, σπούδασε φωτογραφία στο Athens School of Arts and Technology και στο Πανεπιστήμιο Μίντλσεξ στο Λονδίνο. Έπειτα, εργάστηκε ως φωτογράφος στην Αθήνα τη διετία 1985-86 και το 1987 προσλήφθηκε από το Reuters. Μόλις έναν χρόνο αργότερα, του προσφέρθηκε μόνιμη θέση στο πρακτορείο με βάση την Αθήνα. Η πρώτη του αποστολή ήταν τον Ιανουάριο του 1989 στην Λιβύη. Έκτοτε, ήταν παρών στα μεγαλύτερα γεγονότα παγκοσμίως. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, πήρε την απόφαση να μετοικήσει για χρόνια στο Κόσοβο, ζώντας από κοντά τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο. Όταν το 1998, μπήκε σε ένα ισοπεδωμένο χωριό, ήταν εκείνος που μετέφερε τα νέα σε έναν από τους ελάχιστους ζωντανούς που είχαν μείνει για το ποιος ήταν ο νικητής της μάχης.
Ακολούθησαν διάφορα τρομακτικά γεγονότα που κάλυψε για το πρακτορείο Reuters και δύο χρόνια αργότερα, το 2000, αποφάσισε μαζί με τον κολλητό του, που κάλυπταν τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, να πάει στο πιο φονικό, ίσως, μέτωπο του πλανήτη, τη Σιέρα Λεόνε. Σε μια ενέδρα που τους έστησαν οι αντάρτες σώθηκε από θαύμα και είδε τον φίλο του Κερτ Σορκ να πέφτει νεκρός από σφαίρες δίπλα του. Δεν ξεπέρασε ποτέ τον θάνατό του και έκτοτε προσπαθούσε να προστατεύει, όπως μπορούσε τους συναδέλφους και τους φίλους του, ακόμα και με κίνδυνο της ζωής του. Για αυτή του την εμπειρία μίλησε το 2013 στο TEDxAthens και συγκλόνισε όλους τους παρευρισκόμενους.
Το 2008, μετακόμισε μαζί με τη σύζυγο του και την μόλις 11 μηνών κόρη του, για έναν χρόνο, στην Ιερουσαλήμ ως διευθυντής του φωτογραφικού τμήματος του πρακτορείου Reuters για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Το 2010, επέστρεψε στην Ελλάδα για να καλύψει την οικονομική κρίση, με αποτέλεσμα να βρεθεί σε πολλές διαδηλώσεις, στον παλμό της επικαιρότητας. Είχε συνηθίσει να αλλάζει μέτωπα, να ζει επικίνδυνα, καθώς λίγο έλειψε να πέσει νεκρός από τις οβίδες των Τσετσένων αυτονομιστών, ενώ είχε κινδυνέψει και στο Αφγανιστάν, στο σαπιοκάραβο με το οποίο περιπλανιόταν στην Αδριατική παραμονές Χριστουγέννων του 2018, φωτογραφίζοντας τους πρόσφυγες. Τέλος, επικίνδυνη ήταν και η αποστολή στο Κομπάνι, όπου εκεί, στα σύνορα της Συρίας με την Τουρκία, έζησε από κοντά την επέλαση των τζιχαντιστών του ISIS.
Είχε διακριθεί με πολλά ακόμα βραβεία και διακρίσεις, μεταξύ των οποίων ήταν και ο τίτλος του «Έλληνα φωτορεπόρτερ της χρονιάς» επί 7 φορές από την Fuji. Το 1999, το 2002 και το 2003 αναγορεύτηκε κορυφαίος Ευρωπαίος φωτορεπόρτερ της χρονιάς από τη Fuji στο Λονδίνο, τη Βαρκελώνη και τη Ρώμη αντίστοιχα. Το 2000, στο Άμστερνταμ του απενεμήθη το πρώτο βραβείο στην κατηγορία «Ειδήσεις» στον παγκόσμιο φωτογραφικό διαγωνισμό WORLD PRESS PHOTO ανάμεσα σε 4.000 φωτογράφους από 122 χώρες και 40.000 φωτογραφίες, η πιο σημαντική παγκόσμια διάκριση στον χώρο της φωτογραφίας.
Την ίδια χρονιά, βραβεύτηκε από το OVERSEAS PRESS CLUB of AMERICA στη Νέα Υόρκη για το καλύτερο ξένο ρεπορτάζ στις ΗΠΑ, που αποτελεί το πιο σημαντικό βραβείο για ξένους ανταποκριτές στην Αμερική. Το 2000, του απενεμήθη και το βραβείο του Ιδρύματος Μπότση από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ενώ στις 14 Οκτωβρίου 2002 κέρδισε το βραβείο Bayeux για τους πολεμικούς ανταποκριτές, στον ετήσιο παγκόσμιο διαγωνισμό για τη βράβευση των δημοσιογράφων που καλύπτουν πολεμικές συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο. Το 2015, η Guardian τον ανέδειξε ως τον φωτογράφο της χρονιάς.
Στις 2 Μαρτίου 2019, ο βραβευμένος Έλληνας φωτορεπόρτερ άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 59 ετών, ύστερα από σκληρή και άνιση μάχη με τον καρκίνο. Ανάμεσα στα αμέτρητα δημοσιεύματα για τον χαμό του, το Reuters τον χαρακτηρίζει ως έναν από τους πιο διακεκριμένους και αγαπημένους φωτογράφους του πρακτορείου, «Στα 30 χρόνια καριέρας, ο Μπεχράκης κάλυψε πολλά από τα πιο ταραχώδη γεγονότα ανά τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων στο Αφγανιστάν και την Τσετσενία, έναν πολύ ισχυρό σεισμό στο Κασμίρ και την εξέγερση στην Αίγυπτο το 2011. Στην πορεία κέρδισε τον σεβασμό τόσο των συνεργατών όσο και των αντιπάλων του για τις ικανότητές του και την γενναιότητά του».
Μετάφραση: Κλειώ Αντωνάκη, Νίκη Σαριδάκη