Πριν από λίγο καιρό κάτι που δημιούργησε αναστάτωση, όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο αλλά παγκόσμια, ήταν η ενδεχόμενη εφαρμογή του άρθρου οκτώ (8) του ευρωπαϊκού νομοσχεδίου. Αυτό το άρθρο μετονόμασε με τη σειρά του ο λαός και πλέον είναι διαδεδομένο ως “τρομονόμος”. Δεν θα σταθούμε στις αντιδράσεις, τις οποίες αναζωπύρωσε η ενδεχόμενη εφαρμογή του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, καθώς το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθούμε είναι το πώς επηρεάζει ο ίδιος τα οπτικοακουστικά μέσα. Θα προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε τις πιθανές αιτίες που οδηγούν στην πρόταση καθώς και στην υιοθέτηση ενός τέτοιου άρθρου.
Αρχικά, ας γίνει κατανοητό ότι το παρόν άρθρο έφτασε στη χώρα μας στις 11 Φεβρουαρίου του 2021 με σκοπό να εφαρμοστεί το Ευρωπαϊκό σχέδιο που αφορά τις οπτικοακουστικές υπηρεσίες. Το νομοσχέδιο έτσι όπως κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων προβλέπει τα εξής: Οι υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων απαγορεύεται να εμπεριέχουν υποκίνηση σε βία ή μίσος εναντίον ομάδας ανθρώπων ή μέλους ομάδας, ιδίως λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής, ιθαγένειας ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού, καθώς και να εμπεριέχουν δημόσια πρόκληση σε τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος, σύμφωνα με τα άρθρα 187Α ΠΚ (Ποινικός Κώδικας), 187Β ΠΚ και 32 έως 35 του ν. 4689/2020 (Α΄103).
Η τέχνη αυτή καθ’ αυτή είτε με τη μορφή θεάτρου είτε με τη μορφή της μουσικής αποτελεί οπτικοακουστικό μέσο. Οι καλλιτέχνες πολλές φόρες μέσω του έργου τους προωθούν πρότυπα συμπεριφοράς και στάσεις ζωής. Αυτό είναι ένα φαινόμενο το οποίο δεν εμφανίστηκε στις μέρες μας, αλλά λάμβανε χώρα ανέκαθεν, όμως ας μην σταθούμε σε αυτό… Επιπλέον, ένας καταλυτικός παράγοντας που καθορίζει ένα πρότυπο ακατάλληλο (πέραν συγκεκριμένων περιπτώσεων) είναι ο υποκειμενικός. Διαφορετικά χαρακτηρίζει και αντιλαμβάνεται ο κάθε άνθρωπος το μήνυμα που μεταβιβάζει ένας καλλιτέχνης στον ίδιο και διαφορετικά πορεύεται ο καθένας μετά τη κατανόηση των όσων αυτό πρεσβεύει.
Ας σταθούμε στο τι σημαίνει πορεύεται. Στην καθημερινότητα μας ερχόμαστε σε επαφή με πολλές ιδέες και απόψεις που διακατέχουν τους συνανθρώπους μας. Είναι αδύνατον, αρχικά, να θυμόμαστε όλα όσα ακούμε και, επιπλέον, κάποια από αυτά έρχονται σε πλήρη σύγκρουση μεταξύ τους. Επομένως, για κάποια από αυτά οδηγούμαστε στο να τα απορρίψουμε, κάποια άλλα να τα δεχτούμε και κάποια απλώς να μας περάσουν απαρατήρητα, να τα ξεχάσουμε. Εκεί που οφείλουμε, όμως, να εστιάσουμε την προσοχή μας είναι στον τρόπο που δεχόμαστε ερεθίσματα και πώς αυτά επηρεάζουν την ιδιοσυγκρασία μας. Με πιο απλά λόγια, το λεγόμενο “φιλτράρισμα”. Το κάθε άτομο επεξεργάζεται διαφορετικά όσα βλέπει και ακούει. Κάτι τέτοιο είναι απολύτως λογικό, καθώς ο καθένας από μας γαλουχήθηκε με διαφορετικές αξίες και ιδανικά, ενώ συγχρόνως τον συντροφεύουν διαφορετικές εμπειρίες και βιώματα.
Ένας τέτοιος νόμος αποσκοπεί στο να μην έχουν απήχηση πλέον σε κανένα οπτικοακουστικό μέσο μηνύματα που προωθούν τον αρνητισμό και φαινόμενα που αμαυρώνουν τη σημερινή κοινωνία.Το δίλημμα, όμως, που γεννάται αφορά την αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου σχεδίου, δηλαδή κατα πόσο κάτι τέτοιο είναι κατάλληλο για να αποτραπεί το παραπάνω γεγονός. Ας παρομοιάσουμε την κοινωνία μας με ένα δέντρο, στα κλαδιά του οποίου φυτρώνουν όμοιοι εξωτερικά καρποί. Αν κάποιος τους δοκιμάσει, θα συνειδητοποιήσει ότι μερικοί λειτουργούν θετικά για τον οργανισμό του, ενώ άλλοι όχι, διότι είναι δηλητηριώδεις. Υπάρχουν δύο τρόποι ώστε να σταματήσουν να φυτρώνουν δηλητηριώδεις καρποί. Ο πρώτος είναι να τους κόβουμε έναν έναν από τα κλαδιά. Σίγουρα κάτι τέτοιο θα μειώσει το ποσοστό δηλητηριάσεων βραχυπρόθεσμα, αλλά δεν εγγυάται ότι δεν θα φυτρώσουν ξανά. Ο δεύτερος τρόπος είναι να γιατρέψουμε τη ρίζα δίνοντάς της καλύτερης ποιότητας λίπασμα, ποτίζοντας την με περισσότερο νερό και με διάφορους άλλους τρόπους. Κάτι τέτοιο δεν είναι σίγουρο ότι στο κοντινό μέλλον θα έχει τα βέλτιστα αποτελέσματα, αλλα μακροπρόθεσμα οι καρποί του δέντρου θα δρουν μόνο θετικά.
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ακολουθεί τον πρώτο τρόπο επίλυσης, βρίσκοντας τους καλλιτέχνες που θεωρούνται ότι προάγουν «εσφαλμένα» πρότυπα και συμπεριφορές και επιβάλλοντας τους κυρώσεις, όπως φυλάκιση. Αυτό, ωστόσο, κρύβει και μία δόση ειρωνείας, καθώς δεν υπάρχει εμπιστοσύνη προς το πρόσωπο των πολιτών, ώστε από μόνοι τους να κρίνουν και να φιλτράρουν τα ερεθίσματα που δέχονται. Παράλληλα, ο δεύτερος τρόπος επίλυσης συνδέεται άμεσα με την παιδεία. Λαμβάνοντας κάποιος σωστές αρχές και ιδανικά, όχι μόνο θα επιλέγει τους σωστούς καρπούς, αλλά και ο ίδιος δεν θα αποτελέσει μελλοντικά κάποιον καρπό που θα μαραθεί.
Προσπαθώ να πιστέψω ότι στόχος του παρόντος νομοσχεδίου είναι η προστασία των πολιτών, αλλά κάτι που πρέπει να σημειωθεί είναι το γεγονός πως ένα τέτοιο μέτρο μπορεί να πυροδοτήσει φαινόμενα λογοκρισίας. Επιπλέον, η γραμμή που το χωρίζει από μία ενδεχόμενη καταπάτηση του δικαιώματος της ελευθερίας λόγου είναι λεπτή. Σίγουρα είναι δύσκολο να βρεθεί μια μέση λύση, αλλά ας ελπίσουμε ότι η επόμενη μέρα από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης θα βρει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό πολιτών σύμφωνο. Εξάλλου, «η ευημερία του λαού οφείλει να είναι ο υπέρτατος νόμος» (“Salus populi suprema lex esto”, Κικέρων).
Φωτογραφία: Στέλιος Φλώρος