Καλύτερες ημέρες θα έρθουν! Αλλά τι γίνεται με αυτές που είναι ήδη εδώ;
Εμείς οι άνθρωποι είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι λατρεύουμε να ονειρευόμαστε…στον ξύπνιο μας. Περνάμε ώρες ατέλειωτες φανταζόμενοι το μέλλον. Όχι ένα μέλλον μακρινό με ιπτάμενα αμάξια, εκδρομές στον Άρη και ρομπότ-υπηρέτες, αλλά το δικό μας κοντινότερο και προσωπικό, στο οποίο η ζωή είναι πάντα πιο εύκολη, πιο ιδανική. Τηλεμεταφερόμαστε νοητά σε μια πραγματικότητα στην οποία έχουμε πετύχει τους στόχους μας, από τους μικρούς («μου ζήτησε επιτέλους να βγούμε») έως τους μεγάλους (ταξίδια, οικογένειες, ανακαλύψεις, εφευρέσεις, καριέρες, αυτόγραφα, πτυχία, βραβεία) και που έχουμε καταφέρει να απαλλαγούμε από ό,τι μας κρατούσε πίσω. Το περιβόητο, πολυαγαπημένο μας daydreaming. Ναι, ξέρω πολύ καλά τι είδους σκέψεις κάνεις πριν κοιμηθείς, γιατί -ας το παραδεχτούμε- παρόμοιες κάνω κι εγώ.
Είναι όμως άραγε κακό; Φυσικά και όχι! Η ελπίδα αποτελεί αναπόσπαστο χαρακτηριστικό μας. Αποτελεί την κινητήρια δύναμή μας, το πνευματικό μας «οξυγόνο», ενώ αν τη χάσουμε…χαθήκαμε. Με λίγα λόγια, προσδοκούμε ένα «φωτεινότερο» αύριο για να αντέξουμε το «σκοτεινότερο» σήμερα και μας υποσχόμαστε μια βελτιωμένη εκδοχή του εαυτού μας. Κι η αλήθεια είναι πως το χρειαζόμαστε αυτό, χρειαζόμαστε να βλέπουμε την έξοδο του τούνελ, χρειαζόμαστε να περιμένουμε τα καλύτερα. Τότε, λοιπόν, πού είναι το πρόβλημα;
Το πρόβλημα είναι πως, μερικές φορές, κατά την αναζήτηση του μέλλοντος, παραμερίζουμε το παρόν. Επαναπαυόμαστε ασυνείδητα στην ιδέα όλων αυτών των ευνοϊκότερων «όταν»: όταν τελειώσει η εβδομάδα, όταν τελειώσει η εξεταστική, όταν μπορέσω να φύγω από αυτή τη δουλειά, όταν έρθει το φετινό καλοκαίρι, το επόμενο καλοκαίρι και το επόμενο και το επόμενο…. Βρισκόμαστε ουσιαστικά σε μια ατέρμονη κατάσταση αναμονής ευμενέστερων συνθηκών, σχεδόν σα να πρωταγωνιστούμε σε επανάληψη στη δική μας εκδοχή του Περιμένοντας τον Γκοντό.
Όμως ο Γκοντό δεν έρχεται, ο χρόνος κυλάει και το παρόν γίνεται παρελθόν. Ανυπομονούμε τόσο πολύ για «εκείνα που έρχονται» (ή που σωστότερα ελπίζουμε ότι θα έρθουν) με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουμε αυτά που αληθινά συμβαίνουν σα μια βαρετή, ανούσια πίστα που πρέπει να υποχρεωτικά να περάσουμε, γιατί πιθανώς η επόμενη θα έχει περισσότερο ενδιαφέρον. Πέφτουμε εύκολα στην παγίδα του τέλειου μέλλοντος, επειδή το παρόν δε μας ευχαριστεί και αναζητούμε μια σανίδα σωτηρίας. Ωστόσο, συχνά ξεχνάμε (ή επιλέγουμε να ξεχνάμε) πως τα θεμέλια του αύριο χτίζονται σήμερα.
Τούτη η μικρή μας παράλειψη συμβαίνει γιατί είναι πιο εύκολη από το να πάρουμε τις σκληρές αποφάσεις άμεσα και πιο βολική από το κάνουμε τώρα το βήμα προς το άγνωστο. Στο μυαλό μας εμείς ορίζουμε το αποτέλεσμα κι αν δε μας αρέσει ξαναξεκινάμε από την αρχή, αλλά γνωρίζουμε καλά πως η πραγματικότητα δεν είναι ποτέ τόσο απλή. Αντιθέτως, συχνά είναι κουραστική, ακόμη και τρομακτική, οπότε φαίνεται σαν η ζυγαριά να γέρνει πάντα υπερ των πιθανών αποτυχιών παρά των σίγουρων επιτυχιών.
Ποια είναι λοιπόν η λύση; Πρέπει, δηλαδή, να βάλουμε όριο στην ίδια μας τη φαντασία; Όχι! Όχι στη φαντασία! Δε νομίζω ούτε πως γίνεται, ούτε πως χρειάζεται! Δε θα φοβόμαστε να κάνουμε όνειρα, επειδή μπορεί να μας παρασύρουν. Αντίστοιχα όμως, δε θα φοβόμαστε να τολμήσουμε την «αλλαγή», επειδή ίσως δεν είναι ισάξια των αψεγάδιαστων ονείρων μας. Το ζήτημα είναι να μας κινητοποιούν, όχι να μας κρατάνε πίσω. Στην τελική, παρόλα τα αμέτρητα ιδεατά μας σενάρια, το μέλλον πάντα θα παραμένει απρόβλεπτο, αυτό όμως που μπορούμε να αλλάξουμε -ο καθένας με τον τρόπο του και τον ρυθμό του- είναι το παρόν…προς το παρόν.
Καλύτερες ημέρες θα έρθουν! Αλλά, μέχρι τότε, αυτές που είναι ήδη εδώ μήπως τελικά δεν είναι και τόσο κακές;
Σημείωση: το Περιμένοντας τον Γκοντό (1949) πρόκειται για θεατρικό έργο του Σάμιουελ Μπέκετ.
Φωτογραφία: Σωτήρης Σταματίου