Ο Αριστοτέλης, ένας από τους σπουδαιότερους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους που έθεσε γερά τα θεμέλια της παγκόσμιας φιλοσοφίας, άφησε ως πανανθρώπινο κληροδότημα πολλές θεωρίες, μεταξύ των οποίων και η λεγόμενη τελεολογική θεωρία. Σύμφωνα με αυτή, η ύπαρξη κάθε όντος πάνω στον κόσμο υπαγορεύεται από τέσσερις αιτίες: ύλη, μορφή, ενέργεια, σκοπός, δηλαδή τέλος. Σημαντικότερη αιτία, φυσικά, είναι ο σκοπός, καθώς το τέλος συνιστά την ολοκλήρωση, την τελειοποίηση του εκάστοτε όντος. Το τέλος αυτό είναι ο απώτερος σκοπός της ζωής του ανθρώπου, το κορυφαίο για τον ίδιο αγαθό, που επέρχεται ως απόρροια μιας σειράς ανθρώπινων πράξεων και αποφάσεων κι ολοκληρώνει τη φύση του. Κατά τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, η τελική κατάληξη του ανθρώπινου βίου δεν αποτελεί μέσο για την ευόδωση ενός επόμενου σκοπού, αλλά συνιστά η ίδια την πραγμάτωση μιας ζωής άξιας να τη ζήσει κανείς. Το τέλος δεν είναι αποτελείωμα, αλλά ολοκλήρωση, τελείωση ως πραγμάτωση της φύσης κάθε όντος. Ο άνθρωπος τελειούται, όταν, ολοκληρώνοντας τη σωματική και πνευματική του ανάπτυξη με την κατάκτηση της αρετής, δύναται να φτάσει στην πληρότητα των δυνατοτήτων του.
Τι σημαίνει, όμως, για εμάς, τους σύγχρονους ανθρώπους η ολοκλήρωση και η τελειοποίηση; Ας απομακρυνθούμε λίγο από την αριστοτελική φιλοσοφία και θεωρία. Κάθε άνθρωπος, από τη στιγμή που αρχίζει να αντιλαμβάνεται τον κοινωνικό του περίγυρο και να τοποθετεί τον εαυτό του σε αυτόν, λαμβάνει αποφάσεις ή προβαίνει σε ενέργειες, προκειμένου να πετύχει τους στόχους του. Στόχοι μικροί ή μεγάλοι, σημαντικοί ή αμελητέοι, σχετικοί με την ακαδημαϊκή πορεία, τη δραστηριοποίηση, τις διαπροσωπικές σχέσεις. Η επίτευξη των στόχων που τίθενται προσφέρει, σε κάθε περίπτωση, ένα αίσθημα ευφορίας, την αμοιβή του κόπου και της προσπάθειας, μία επίγευση ολοκλήρωσης, ή μάλλον, αυτο-ολοκλήρωσης. Εξάλλου, όσο διασκεδαστική και χρήσιμη κι αν είναι η πορεία, από τη σύλληψη ως και την εκτέλεση της, πάντοτε αποβλέπει στο τέλος, στην εκπλήρωση του σκοπού. Σκαρφαλώνοντας σε ένα βουνό, κερδίζεις πράγματα στη διαδρομή, αλλά το βλέμμα σου παραμένει προσηλωμένο στην κορυφή.
Αυτή η προσήλωση είναι αξιοθαύμαστη σε κάθε άνθρωπο. Τονίζει το πάθος του για ολοκλήρωση, που βγαίνει μέσα από τους προσωπικούς του αγώνες και σκιαγραφεί την προσωπικότητα του. Και η προσπάθεια που καταβάλει κάποιος, αποτελεί έναν επίπονο και απαιτητικό αγώνα για να φτάσει στην ολοκλήρωση. Η ολοκλήρωση στο μυαλό κάποιων μπορεί να έρχεται μία φορά στη ζωή τους και ποτέ σε απόλυτη ή ικανοποιητική μορφή. Εδώ φαίνεται και η ανώτερη πλευρά του τέλους, που μοιάζει με την απόλυτη και άπιαστη ολοκλήρωση και πρόκειται για φαινόμενο τεραστίων διαστάσεων στον κόσμο ενός ανθρώπου. Όμως, η έννοια του τέλους δεν περιέχει μόνο το ανώτερο στοιχείο. Το αισιόδοξο είναι ότι δεν αποτελεί πλέον ένα άπιαστο όνειρο, που μπορεί κανείς να πετύχει μία ή δύο φορές στη ζωή του. Δεν είναι μία κατάσταση που πρέπει να προσεγγίζουμε διστακτικά ή μιμητικά: είναι κάτι το απολύτως εφικτό. Δεν πρόκειται για την άυλη πραγματικότητα που πολλοί θεωρούν, αλλά για σημεία στις ζωές μας άρρηκτα συνδεδεμένα με την καθημερινότητα. Πίσω από τους μικρούς και φαινομενικά ασήμαντους στόχους αλλά και πίσω από τις στιγμές-ορόσημα στη ζωή μας, κρύβεται ένα τέλος, μία εξιλέωση.
Το γεγονός ότι το φαινόμενο αυτό αποκτά μια ανθρώπινη και καθημερινή διάσταση δεν αναιρεί τη σημασία του για έναν άνθρωπο. Το τέλος, στις διάφορες στιγμές της ζωής, βρίσκεται σε σημεία μοναδικότητας: σε καταστάσεις δηλαδή που οι ενδοιασμοί και οι αναστολές μας γίνονται μηδενικές και οι κανόνες που διέπουν τον κόσμο μας καταρρέουν. Η αλληγορική χρήση της έννοιας μοναδικότητα της κοσμολογίας, προβάλλει το συναίσθημα της αισιοδοξίας και της επιτυχίας απέναντι στην επίτευξη ενός στόχου. Ο άνθρωπος που καταφέρνει να εκπληρώσει ένα του όνειρο κατακλύζεται από δύναμη και νιώθει ανίκητος μπροστά στα μελλοντικά εμπόδια. Είναι, λοιπόν, συνετό να φερόμαστε πάντα με ταπεινότητα και να αφοσιωνόμαστε στον προσωπικό μας αγώνα, οπλισμένοι με τις γνώσεις και τα βιώματα που κερδίσαμε φτάνοντας στο τέλος.
Ο αριστοτελικός όρος «εντελέχεια» αποτελείται από τα συνθετικά «εν» (=μέσα), «τέλος» και «έχω». Αυτό στην ουσία συνεπάγεται ότι κάθε ον έχει μέσα του τον ίδιο του τον σκοπό, τον τρόπο να αυτο-πραγματωθεί και να ολοκληρώσει την ίδια του την ύπαρξη. Ο καθένας οριοθετεί κι επιδιώκει, με τρόπο ανυστερόβουλο και αγνό, την αυτοπραγμάτωση του, μάχεται διηνεκώς να προσεγγίσει το «τέλος» του. Έτσι, μεταβαίνει από την περιοχή της δυνατότητας στην περιοχή της πραγματικότητας.
Βέβαια, στην αριστοτελική θεωρία, το τέλος, η κατάκτηση του αγαθού, αποτελούσε μια έννοια τόσο εξιδανικευμένη, που ηταν αδύνατο, σε τελική ανάλυση, να κατακτηθεί από τον εκάστοτε άνθρωπο. Ήταν απλώς ένα θεωρητικό κατασκεύασμα, δίχως πιθανότητες να περατωθεί. Εντούτοις, η αλήθεια είναι ότι, εφόσον το τέλος κι οι σκοποί του καθενός είναι πλήρως υποκειμενικοί και ατομικά -συνήθως- επιλεγμένοι, τότε μόνο εμείς μπορούμε να καθορίσουμε το πότε κατακτούμε τον σκοπό, το πότε, δηλαδή, συναντούμε την αυτοπραγμάτωση μας στο εκάστοτε επίπεδο. Η επιδίωξη των στόχων δεν είναι ένα κυνήγι ατελείωτο, είναι μια πορεία της οποίας το τέλος μόνο εμείς ορίζουμε. Άλλωστε, μάλλον ο αυτοσκοπός μας δεν είναι ένας και μοναδικός, αναλλοίωτος από την αρχή της ζωής μας, αλλά μεταβάλλεται, διογκώνεται, πολλαπλασιάζεται σε άλλους, παρεμφερείς ή μη σκοπούς. Το τέλος δεν οδηγεί στη λήξη των προσπαθειών, οδηγεί στη θέση νέων στόχων, στην προσπάθεια του καθενός να γίνει λίγο περισσότερο ο εαυτός του.
Φωτογραφία: Θεώνη Γκέσιου