Η χώρα που ζούμε έχει βιώσει ανά τα χρόνια πολλές δυσκολίες. Μερικές τις βιώνει ακόμα. Έχουν περάσει 12 χρόνια από την έναρξη της σφοδρής οικονομικής κρίσης που μαστίζει τον τόπο μας και έχει αλλάξει ριζικά τις ζωές μας. Επακόλουθο αυτής ήταν φυσικά και η παρακμή σε ποικίλους άλλους τομείς του συστήματος, όπως είναι η υγεία ή η εκπαίδευση. Η Ελλάδα δυστυχώς περνάει μία δύσκολη και κρίσιμη περίοδο στην ιστορίας της, που σίγουρα θα χαραχτεί καλά στις μνήμες όλων των Ελλήνων.
Επειδή όμως δεν είμαι ούτε οικονομολόγος, ούτε γιατρός, ούτε εκπαιδευτικός, αλλά φοιτητής, θα μιλήσω για ένα αποτέλεσμα της κρίσης που σίγουρα γονάτισε και θα συνεχίσει να γονατίζει την χώρα μας: το Brain Drain. Πρόκειται για τη φυγή των νέων Ελλήνων φοιτητών, πτυχιούχων ή εργαζομένων στο εξωτερικό με σκοπό την αναζήτηση καλύτερων εκπαιδευτικών και επαγγελματικών προοπτικών. Το φαινόμενο αυτό, φυσικά, δεν είναι καινούργιο – πάντα υπήρχε σαν ιδέα στο μυαλό των νέων να αφήσουν την χώρα τους και να χαράξουν τον δικό τους δρόμο κάπου μακριά – ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις. Μετράμε εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές και υποψήφιους εργαζομένους να φεύγουν μαζικά από τη χώρα και πολλές φορές χωρίς πλάνο για επιστροφή.
Προσωπικά δεν τους αδικώ. Χωρίς να υποβιβάζω τις εκπαιδευτικές και επαγγελματικές ευκαιρίες στην Ελλάδα, οφείλω να πω, ότι, εν πρώτοις, δεν συγκρίνονται με αυτές του εξωτερικού. Ένας γιατρός στη Γερμανία ή ένας μηχανικός στο Ντουμπάι θα έχει περισσότερες ευκαιρίες να διαπρέψει και να ανεξαρτητοποιηθεί οικονομικά γρηγορότερα σε σχέση με τους αντίστοιχους στη χώρα μας. Δεν είναι, βέβαια, κανόνας, αλλά, αν το καλοσκεφτούμε, όλοι γνωρίζουμε ένα παράδειγμα του ευρύτερου μας κύκλου που ακολούθησε παρόμοια πορεία και πέτυχε. Γι’ αυτό το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι ταυτόχρονα και θετικό και αρνητικό.
Οι γονείς καμαρώνουν τα παιδιά τους που διαπρέπουν στο εξωτερικό, αλλά παράλληλα πικραίνονται για την πνευματική αποστράγγιση της χώρας. Τα παιδιά της γενιάς μου, συχνά, μεγαλώνουν ακούγοντας πως η Ελλάδα είναι καταδικασμένη και πως συμφέρει να φύγεις «έξω» για να πετύχεις. Και αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι πως θα εξελιχθεί μια χώρα που της λείπουν τα φρέσκα και πρωτοπόρα μυαλά. Κοιτώντας όμως τη θέληση και το όραμα κάποιων ανθρώπων γεννιέται και ένα άλλο ερώτημα: Ποια να είναι άραγε η σωστότερη πορεία για έναν καταρτισμένο και φιλόδοξο νέο που θέλει να πετύχει, βοηθώντας όμως και τη χώρα του; Η σωστή απάντηση εδώ δεν είναι μία. Υπάρχουν πολλοί δρόμοι για να φτάσει κανείς σε αυτό το σημείο. Σίγουρα όμως η Ελλάδα πρέπει να γίνει πιο «ελκυστική» προς εκείνους που επιθυμούν να την αναβαθμίσουν.
Μία σημαντική προσπάθεια, για την οποία διάβασα πρόσφατα, φαίνεται να είναι και το πρόγραμμα Brain Regain του μη κερδοσκοπικού σωματείου «Ελληνικές Ρίζες». Πρόκειται για μία πρωτοβουλία για τον επαναπατρισμό Ελλήνων και Ελληνίδων που βρέθηκαν στο εξωτερικό κυνηγώντας καλύτερες επαγγελματικές προοπτικές. Όραμα τους λοιπόν είναι η ενίσχυση των ελληνικών επιχειρήσεων και της εθνικής οικονομίας μέσω της επιστροφής στην Ελλάδα των ικανών στελεχών. Το εγχείρημα αυτό συνδέει ουσιαστικά τους Έλληνες που επιθυμούν να επιστρέψουν με υψηλόβαθμα στελέχη των μεγάλων ελληνικών εταιρειών, οι οποίοι λειτουργούν σαν μέντορες και παρέχουν οποιαδήποτε δυνατή βοήθεια για την εύρεση εργασίας. Το εντυπωσιακό με αυτό το πρόγραμμα είναι ότι είναι όλο μέρος εθελοντικής εργασίας, και από την πλευρά των στελεχών και από τους υπεύθυνους του σωματείου.
Το νόημα αυτού του ενδεικτικού παραδείγματος είναι ότι υπάρχει σίγουρα θέληση για επιστροφή των νέων Ελλήνων και για ανάπτυξη της χώρας, της οποίας άλλωστε οι ίδιοι θα ηγηθούν. Για πολλούς μπορεί να θεωρείται ένα ιδανικό – έως και ουτοπικό – σενάριο, αλλά αν δεν προσπαθήσουμε εμείς να αλλάξουμε την κατάσταση, τότε ποιος θα το κάνει; Κλείνοντας, αξίζει να αναφέρω πως, όσο η αναζήτηση είναι στη φύση του Έλληνα, άλλο τόσο είναι και ο νόστος. Η έντονη επιθυμία των Ελλήνων για επαναπατρισμό σε συνδυασμό με στοχευμένες προσπάθειες μπορούν να αποτελέσουν μια καλή αρχή του “Regain Greece”.
Φωτογραφία: Μαρία-Πωλίνα Βασιλικού