«Μια νέα γυναίκα επιχειρεί να ληστέψει μια τράπεζα. Για να γλιτώσει τη σύλληψη, μπαίνει σε ένα διαμέρισμα προς πώληση και κρατά ομήρους όσους είναι εκεί: την υπερενθουσιώδη μεσίτρια, ένα ζευγάρι συνταξιούχων που ανακαινίζει και πουλά διαμερίσματα για να καλύψει το κενό στο γάμο τους, δύο κοπέλες που διαφωνούν σε όλα, αλλά ετοιμάζονται να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί μαζί, μια κυνική διευθύντρια με τάσεις αυτοκτονίας, μια ηλικιωμένη γυναίκα που υποφέρει από μοναξιά. Η αστυνομία περικυκλώνει το διαμέρισμα και, ενώ η αγωνία κορυφώνεται, όμηροι, ληστής και αστυνομικοί αρχίζουν να έρχονται κοντά και να ανακαλύπτουν ότι έχουν περισσότερα κοινά απ’ όσα θα μπορούσαν να φανταστούν.» [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου]
Στην αρχή του 2021 υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι φέτος θα διαβάσω περισσότερα βιβλία. Στην τελική, μπορεί να μην έχω ακόμα Oscar και Nobel, αλλά κάποτε στην κατασκήνωση είχα βραβευτεί ως η «no.1 Βιβλιοφάγος» και οφείλω να τιμήσω τον τίτλο μου!
Κάπως έτσι λοιπόν, ο δρόμος μου διασταυρώθηκε με το «Άνθρωποι με Άγχος». Συχνά λένε να μην κρίνεις ένα βιβλίο από το εξώφυλλό, όμως δεν υπάρχει αντίστοιχη ρήση για τον τίτλο και ο συγκεκριμένος σίγουρα με «καλούσε». Ταυτόχρονα, έχοντας ήδη διαβάσει προηγούμενα μυθιστορήματα του Fredrik Backman, ήξερα ότι δε θα απογοητευτώ, καθώς δικαιωματικά πλέον έχει κατακτήσει μια θέση ανάμεσα στους αγαπημένους μου σύγχρονους συγγραφείς. Η χαρακτηριστική του γραφή, που δεν μπορείς να τη μπερδέψεις με καμία άλλη, καταφέρνει να συνδυάζει με ιδιαίτερη επιτυχία μια σχεδόν παιδική αθωότητα με αφοπλιστικές αλήθειες για την ανθρώπινη φύση. Στους χαρακτήρες του Backman, ο αναγνώστης αναγνωρίζει τη μαμά του, τον γείτονα του, εκείνο το φίλο που είχε κάνει ένα καλοκαίρι και δεν ξαναείδε ποτέ, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό. Τη μια στιγμή γελάει με την ψυχή του, την επόμενη κλαίει από συγκίνηση και στο τέλος νιώθει ολοκλήρωση, μαζί μ’ ένα μικρό παράπονο γιατί «δεν έχει άλλο» (η γνωστή γλυκόπικρη αίσθηση ενός καλού βιβλίου).
Το «Άνθρωποι με Άγχος» δεν αποτελεί εξαίρεση. Μέσα από μια σειρά γεγονότων που μερικές φορές αγγίζουν ελαφρώς τα όρια του σουρεαλισμού, ξεδιπλώνονται και διασταυρώνονται οι ιστορίες των ηρώων σε μια μικρή πόλη της Σουηδίας με αφορμή την πιθανώς πιο παράξενη ομηρία. Ήρωες που δεν είναι «μαύρο-άσπρο», που σιγά-σιγά αγαπάς γιατί ακριβώς δεν είναι τέλειοι. Παράλληλα, ο συγγραφέας δε φοβάται να αγγίξει ευαίσθητα θέματα (ψυχική υγεία, μετανάστευση, ομοφοβία, πένθος, ενδοοικογενειακές σχέσεις κ.α.), όχι για να τσεκάρει απλά τα «κουτάκια της επικαιρότητας», αλλά γιατί κατανοεί πως είναι «κομμάτια» μας, ενώ μιλάει για αυτά με ειλικρίνεια συνδυασμένη άψογα με μια απίστευτη λεπτότητα και τρυφερότητα. Οι ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη, από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, από σελίδα σε σελίδα, ακόμα κι από παράγραφο σε παράγραφο και οι συναισθηματικές εκπλήξεις δεν έχουν τελειωμό. Για τους λάτρεις των λογοτεχνικών όρων, το βιβλίο αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα σωστού χειρισμού της τεχνικής in media res, αλλά και του εγκιβωτισμού, καθώς παρόλες τις χρονικές αλληλουχίες, παράλληλες ιστορίες και διαφορετικές οπτικές, η αφήγηση παραμένει σαφής, δεν κουράζει ή μπερδεύει τον αναγνώστη, αλλά αντιθέτως αυξάνει το ενδιαφέρον του.
Όποιος έχει συνομιλήσει μαζί μου τον τελευταίο καιρό έχει σίγουρα ακούσει για το «Άνθρωποι με Άγχος». Πρόκειται για ένα βιβλίο που σου υπενθυμίζει την παρηγορητική δύναμη της λογοτεχνίας. Ένα βιβλίο που σε ταξιδεύει στο δικό του κόσμο, αλλά συνάμα σε κάνει να αναλογιστείς το δικό σου. Ένα βιβλίο που αν ήμουν παιδί θα διάβαζα κρυφά κάτω από τα σκεπάσματα, γιατί έχει περάσει η ώρα πλέον και θα έπρεπε να κοιμάμαι, αλλά δε μπορώ να το αφήσω από τα χέρια μου και όλοι οι βιβλιόφιλοι γνωρίζουν τι αξία έχει αυτό.
Εάν λοιπόν θέλεις κι εσύ να γελάσεις και να συγκινηθείς μέχρι δακρύων, σου το προτείνω ανεπιφύλακτα (μαζί με ένα πακέτο χαρτομάντιλα)!
Φωτογραφία: Εβελίνα Παπαδοπούλου