Το εκπαιδευτικό σύστημα στη χώρα μας θαρρώ ότι είναι ένα από τα πιο δύσκολα διαχειρίσιμα και διαρκώς μεταβαλλόμενα προβλήματα που αντιμετωπίζει η εκάστοτε κυβέρνηση, καθώς λαμβάνουν χώρα συνεχείς αλλαγές, μέσα σε ένα ασταθές και μη ενιαίο πλαίσιο, μέχρι την εύρεση του σωστού προγράμματος σπουδών το οποίο θα εξασφαλίζει μια ομαλή σχολική ζωή αλλά και ένταξη στο μετέπειτα εξωσχολικό περιβάλλον. Συνεχείς συζητήσεις για το πόσο ωφέλιμη ή αχρείαστη είναι η εκμάθηση σύνθετων μαθηματικών, πέρα από την απλή αριθμητική ή την εξέταση στον μάθημα των αρχαίων ελληνικών, πέρα από την απλή εξοικείωση με τις φράσεις που έχουν ακόμη διασωθεί στο σύγχρονο ελληνικό λεξιλόγιο. Ένα πρόγραμμα σπουδών που μεταλαμπαδεύει γνώσεις αλλά βρίσκεται αντιμέτωπο με την εξής ερώτηση: είναι αποτελεσματική η προετοιμασία για το μέλλον ή καλύτερα, αποκτούν οι μαθητές μια δυνατή προσωπικότητα ικανή να διαχειριστεί την ενήλικη ζωή;
Η έννοια της δυνατής προσωπικότητας, για εμένα τουλάχιστον, συνοψίζεται σε τρεις λέξεις: αυτοεκτίμηση, αυτοσεβασμός και αυτοπεποίθηση. Δηλαδή, αγάπη για και προς τον εαυτό μας. Σκέφτομαι, και ανατριχιάζω με τη σκέψη ότι τα παιδιά των θρανίων, είναι παιδιά με πολλούς φόβους και άγχη, παιδιά με τάσεις αυτοκτονίας, με προβλήματα bullying ή body shaming, με φοβίες να εκτεθούν και να μιλήσουν σε κόσμο, να εκφράσουν τη σεξουαλικότητα τους και τις απορίες τους πάνω σε αυτήν, να υπερασπιστούν τον εαυτό τους μέσα σε μια σχέση, σε μια φιλία ή σε μια κοινωνική περίσταση. Εννοείται βέβαια όχι όλα τα παιδιά, αλλά ίσως εκείνα που μπορεί να είναι να είναι άριστα ή μέτρια στην ιστορία και στα μαθηματικά αλλά στην δυναμικότητα και στην αυτοπεποίθηση παίρνουν μηδέν. Τι γίνεται με αυτά τα παιδιά; Τι γίνεται μάλιστα όταν δεν υπάρχει ούτε η στήριξη στην οικογένεια για να «φυτέψει» στα παιδιά τον σπόρο της αγάπης ή ακόμα χειρότερα όταν είναι υπεύθυνη για την καταστροφή του.
Ξέρω ότι δεν έχω την αρμοδιότητα να αξιολογήσω τις ανάγκες της κοινωνίας ή της αγοράς εργασίας ή τον τρόπο διαμόρφωσης του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ξέρω όμως και θυμάμαι το εξής: τον συμμαθητή μου που λίγο πριν παρουσιάσουμε μια εργασία στο αμφιθέατρο του σχολείου, με παρακαλούσε να την παρουσιάσω μόνο εγώ καθώς του ήταν αδύνατον να ξεπεράσει την κρίση πανικού που πάθαινε μπροστά σε τέτοια έκθεση αλλά και θυμάμαι και τον ίδιο μου τον εαυτό να μαυρίζουν όλα καθώς μιλούσα έπειτα από λίγο μπροστά στον κόσμο με το ίδιο άγχος να τα θαλασσώσω. Θυμάμαι τη συμμαθήτρια μου που δεν συμμετείχε ποτέ σε ομαδική προαιρετική εργασία ή δε σήκωσε ποτέ το χέρι να μιλήσει, φοβούμενη πάντα το λάθος. Θυμάμαι τη συμμαθήτρια μου να φοβάται να παρακολουθεί την ώρα μαθήματος μιας καθηγήτριας, καθώς την άγχωνε η πίεση στην οποία θα έπρεπε να υποβληθεί. Ακόμη, θυμάμαι τις χαμένες εκδρομές, τις χαμένες εξόδους και τις «δικαιολογημένες» απουσίες ενός συμμαθητή μου λόγω υποτιθέμενης αρρώστιας, που δεν ήταν παρά μια πρόφαση να γλυτώσει τη συναναστροφή με το σχολικό περιβάλλον. Και όλα αυτά πάντοτε κρυφά, κρυφά από τους γονείς, από τους δασκάλους, από όλους. Όλα αυτά γιατί;
Η αυτογνωσία, η οποία πιθανώς αποτελεί προϋπόθεση για να επέλθει η αυτοεκτίμηση και η αυτοπεποίθηση, αποτελεί εφόδιο το οποίο σίγουρα είναι προσωπική υπόθεση και επέρχεται σε βάθος χρόνου. Ωστόσο, οι βάσεις μπορούν να τεθούν από «έξω», μπορεί να διδαχθεί το παιδί πως να διαχειρίζεται τα συναισθήματα του, το απαιτητικό περιβάλλον, την αναμενόμενη έκθεση στον κόσμο, καθώς δε γίνεται να «κρύβεται» διαρκώς. Μάλιστα, οι βάσεις που αφορούν τον αυτοσεβασμό, δηλαδή το σεβασμό προς τον εαυτό μας ώστε να ξέρει τι αξίζει, να ξέρει να φεύγει μακριά από σχέσεις τοξικές και να ξέρει να λέει όχι, όταν η ανάγκη για αποδοχή μας κάνει να λέμε ναι, είναι μια αρχή η οποία μπορεί να ακουστεί. Μπορεί και πρέπει στο σχολείο να ακουστεί η δύναμη και των δύο φύλων, η ελεύθερη επιλογή της σεξουαλικότητας, χωρίς ντροπές, η ιδέα ότι το σώμα μας ανήκει σε εμάς και μόνο σε εμάς, η αλήθεια ότι οι κρίσεις πανικού, οι φόβοι έκθεσης στον κόσμο, οι τάσεις ανασφάλειας και χαμηλής αυτοεκτίμησης είναι μια καθημερινότητα όλων.
Δε θα ήθελα στο σχολείο με ετεροκατευθύνουν και να με «νταντεύουν». Θα ήθελα ωστόσο, να δω προσωπικότητες αντρών και γυναικών, δυνατές, που θα μου μάθουν να φωνάζω το δίκιο και την άποψη μου, θα μου μάθουν να ουρλιάζω το πόσο όμορφη είμαι, το πόσο ικανή, θα μου μάθουν να αγαπώ και να σέβομαι όλο μου το είναι, ώστε τελικά να αγαπήσω και τους άλλους, τους διαφορετικούς από εμένα, που μέχρι τώρα δυσκολευόμουν να αποδεχτώ. Θα ήθελα ένα χτύπημα στην πλάτη πριν βγω στη σκηνή, μια παραπάνω ώθηση να συμμετέχω σε δραστηριότητες και project χωρίς φόβο να εκτεθώ, θα ήθελα ένα μάθημα, έναν κύκλο μαζί με όλους, όπου θα μάθαινα ότι εκείνη τη στιγμή το άγχος το δικό μου μοιράζεται και είναι ίσο με αυτό των δεκάδων άλλων μαθητών, καθώς όλοι θέλουμε το ίδιο ακριβώς πράγμα: να μεγαλώσουμε και να καταφέρουμε να γίνουμε αυτοί που ονειρευόμαστε.