Είναι Δευτέρα πρωί και εσύ μόλις ξύπνησες να πας στην δουλειά σου. Περπατάς δέκα λεπτά μέχρι την κοντινότερη στάση λεωφορείου και περιμένεις για αρκετά λεπτά μαζί με τους ίδιους ανθρώπους που περιμένουν κάθε Δευτέρα το ίδιο λεωφορείο με εσένα. Μπαίνεις μέσα και στριμώχνεσαι ανάμεσα σε πολλούς, με τους οποίους κάτω από διαφορετικές συνθήκες θα ήταν τουλάχιστον περίεργο να βρίσκεσαι σε τόσο κοντινή απόσταση. Μετά από δώδεκα στάσεις ήρθε η ώρα να κατέβεις από το λεωφορείο και να περπατήσεις για άλλα πέντε λεπτά παράλληλα με άλλους που περπατούν προς την ίδια κατεύθυνση. Στο φανάρι βλέπεις μια καλοντυμένη κυρία και σκέφτεσαι πόσο πολύ της αρέσει η δουλειά της και έχει κάθε Δευτέρα πρωί τόση όρεξη για να ετοιμαστεί. Φτάνεις στην δουλειά σου και μπαίνεις στο ίδιο ασανσέρ με έναν νεαρό άνδρα που δουλεύει στο δικηγορικό γραφείο του τρίτου ορόφου. Τον λυπάσαι που έχει για αφεντικό τον αγενή δικηγόρο του τρίτου αλλά σε μερικά δευτερόλεπτα έχει ήδη φύγει από το ασανσέρ και μαζί με αυτόν κάθε σκέψη σχετική. Αυτό μέχρι να συναντηθείτε πάλι οκτώ ώρες μετά, με την μόνη διαφορά ότι τώρα σου είναι αδιάφορη η παρουσία του, καθώς έχεις τόσα σημαντικά προβλήματα που δεν υπάρχει χώρος στο μυαλό σου για τον νεαρό ασκούμενο. Περπατάς πέντε λεπτά, περνάνε δώδεκα στάσεις, περπατάς άλλα δέκα λεπτά και βρίσκεσαι πάλι στο κρεβάτι σου, εκεί όπου ξεκίνησαν όλα.
Κάθε μέρα συναντάς στον δρόμο σου εκατοντάδες ανθρώπους ͘ άνδρες, γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους που είτε είναι χαμογελαστοί είτε σκυθρωποί, είτε σε κοιτάνε στα μάτια είτε έχουν κολλημένο το βλέμμα τους στις πλάκες του πεζοδρομίου. Στα μάτια σου είναι όλοι ίδιοι, πανομοιότυπες μορφές των οποίων η ζωή είναι για εσένα εντελώς αδιάφορη, ένα θολό τοπίο που δεν σου προκαλεί καμία περιέργεια να εστιάσεις για να το δεις πιο καθαρά, γιατί για εσένα όλοι αυτοί είναι οι «τυχαίοι περαστικοί», με τους οποίους θα συναντηθείτε για κάποια δευτερόλεπτα και ύστερα θα χαθείτε για πάντα. Η χρονική αυτή συνθήκη είναι που στο μυαλό σου δικαιολογεί να μιλήσεις άσχημα στον άστεγο άνδρα που σου ζητάει βοήθεια, να μην χαμογελάσεις στο αγόρι που σου χαμογέλασε στο δρόμο, να μην δώσεις σημασία σε εκείνο το κορίτσι που είδες να κλαίει.
Το “Sonder” είναι ακριβώς αυτή η συνειδητοποίηση ότι κάθε τυχαίος περαστικός ζει μια ζωή τόσο ζωηρή και περίπλοκη όπως και η δική σου-γεμάτη από φιλοδοξίες, φίλους, συνήθειες, ανησυχίες και αυτήν την ιδιαίτερη τρέλα που κουβαλάει ο καθένας.
Η συνειδητοποίηση αυτή ίσως είναι και αυτό που λείπει από τις κοινωνίες του σήμερα, οι οποίες απαρτίζονται από ανθρώπους, των οποίων το οπτικό πεδίο περιορίζεται στους ίδιους και στον στενό κύκλο όσων τους περιτριγυρίζουν. Και ενώ σήμερα- περισσότερο από ποτέ- στις μεγαλουπόλεις συναναστρεφόμαστε με εντυπωσιακά μεγάλο αριθμό ανθρώπων, είμαστε τόσο αδιάφοροι απέναντι στις ευκολίες και στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο καθένας σαν εμείς να είμαστε οι μοναδικοί με μια ζωή άξια λόγου.
Στην περίπτωση που η έννοια του “Sonder” έπαιζε πιο ενεργό ρόλο στις σκέψεις και στις πράξεις μας, η κοινωνία μας θα ήταν σίγουρα περισσότερο ανεκτική απέναντι στο διαφορετικό, θα ήταν πιο ανοιχτή στην ιδέα της ουσιαστικής επαφής και το σημαντικότερο από όλα είναι πως θα ήταν λιγότερο εγωκεντρική. Οι άνθρωποι θα ενδιαφέρονταν για τον διπλανό τους και οι ίδιοι θα ένιωθαν ότι υπάρχει κάποιος που αντιλαμβάνεται πόσο περίπλοκη και απαιτητική είναι η καθημερινότητα, με αποτέλεσμα αμφότεροι να απολαμβάνουν τα οφέλη μιας ουσιαστικής επικοινωνίας. Άλλωστε,ο καθένας δίνει την δίκη του μάχη και καταβάλει σε καθημερινή βάση προσπάθεια για να επιτύχει τους προσωπικούς του στόχους. Ακόμη,λοιπόν, και αν δεν είσαι μέρος της ζωής κάποιου έχεις υποχρέωση να θεωρείς δεδομένο ότι αυτός που έχεις απέναντι σου δίνει τις δικές του μάχες!
Η αλήθεια είναι πως άμα ψάξεις σε ένα παλιό αγγλικό λεξικό το πιθανότερο είναι πως δεν θα βρεις την λέξη “Sonder”, διότι η έννοια αυτή είναι κατασκευασμένη από τους δημιουργούς του blog “The Dictionary of Obscure Sorrows”, μια ηλεκτρονική πλατφόρμα που εφευρίσκει καινούργιες έννοιες. Το σημείο, ωστόσο, στο οποίο πρέπει να εστιάσουμε δεν είναι το κατά πόσο αληθινή είναι η συγκεκριμένη έννοια, αλλά πόσο εύστοχα παρουσιάζει μια πλευρά της σύγχρονης κοινωνίας. Η γλώσσα είναι αναμφίβολα ένας ζωντανός οργανισμός, ο οποίος αντικατοπτρίζει την ανάγκη των ανθρώπων να εκφράζονται για οτιδήποτε συμβαίνει γύρω τους. Η δημιουργία της λέξης “Sonder” αντικατοπτρίζει ακριβώς αυτήν την ανάγκη μας να μιλήσουμε για τo φαινόμενο της αδιαφορίας και της ατομικότητας στις μέρες μας. Εσύ πόσο συχνά είσαι θύμα ή θύτης του “Sonder”;